ΚΑΝΕ ΠΑΡΕΑ ΣΤΗΝ ΑΡΟΥΡΑΙΑ...

29 Αυγ 2010

Θα φας;


 
Σκουπίζεις το παπούτσι σου στο οδόστρωμα επειδή πάτησες σκατά ενώ έβγαζες βόλτα το σκύλο σου. Δεν ήταν του δικού σου σκύλου, εσύ κουβαλάς ένα σακουλάκι και τα μαζεύεις, δεν είσαι μαλάκας, ούτε έχεις σκατά στο κεφάλι σου. Μιλώντας για σκατά, επανέρχομαι, ενώ σκουπίζεις το παπούτσι σου, επειδή πάτησες σκατά καθώς γύρισες να δεις από πού προερχόταν ο θόρυβος που άκουσες, ξανακοιτάς προς το μέρος απ’ όπου έρχεται ο θόρυβος και βλέπεις ένα ζευγάρι παρακάτω να μπαίνει σε ένα αυτοκίνητο. Η κοπέλα εδώ και ώρα, κρατάει την πόρτα ανοιχτή και σε κοιτάζει, προχωράς προς το μέρος τους, γιατί, έτσι κι αλλιώς, προς τα εκεί ήταν ο δρόμος σου. Η κοπέλα παρατάει την πόρτα του αυτοκινήτου και σε πλησιάζει ψιθυρίζοντας το όνομά σου, έτσι σου φαίνεται τουλάχιστον, έχει και καύσωνα, μπορεί και να την "άκουσες" απ’ τη ζέστη. Η φυσιογνωμία της πίσω από τα μεγάλα hot pink γυαλιά ηλίου δεν σου θυμίζει τίποτα, ούτε και το σώμα της. Σκέφτεσαι πως αν την είχες πηδήξει θα το θυμόσουνα, άρα κάτι άλλο παίζει και απαντάς με το πάντα ευγενικό και αναμφίβολα ψαρωτικό –σε στιλ δεν σας άκουσα καλά- «παρακαλώ;». Εκείνη χαμογελάει αμήχανα και λέει εσύ δεν είσαι... από το σχολείο; Χμμ οκ… σκέφτεσαι πως αργά η γρήγορα, θα αποκαλύψει το ονοματεπώνυμό της και θα λυθεί ο γρίφος. «Από ποιο σχολείο;» Ρωτάς (εγώ πήγα σε τουλάχιστον 3, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, άρα χρειάζομαι διευκρίνιση…), «η Έλσα είμαι», λέει, και βγάζει τα γυαλιά της. Αλληλούια, δεν έχεις κάψει ακόμα όλα τα εγκεφαλικά σου κύτταρα και η επιλεκτική σου μνήμη έχει επιτρέψει σε ορισμένες αναμνήσεις του σχολείου να έχουν το χώρο τους στο σκληρό σου δίσκο. Την αναγνωρίζεις. Πήγατε μαζί δημοτικό, γυμνάσιο λύκειο και αγγλικά. Ικανοποιημένος από τον εαυτό σου, ακούς την επόμενη ερώτησή της…
-Εδώ μένεις;
-Ναι, λίγο πιο πάνω. Εσύ;
-Εγώ όχι, μένει εδώ ο… -παύση-
Τη βγάζεις από την αμηχανία για να τελειώνετε κάποτε με αυτή την τυπική στιχομυθία, ο ήλιος δεν έδειχνε επιείκεια σε reunions.
-Μένει το αγόρι σου εδώ και έρχεσαι γι’ αυτό.
-Ναι. (Λέει χαμογελαστά)
-Ωραία.
-Εσύ τι κάνεις; Όλα καλά;
-Ναι, μια χαρά. Πολύ καλά. Εσύ;
-Μια χαρά κι εγώ!
Φαινόταν φρεσκογαμημένη, το ίδιο ήσουν κι εσύ.
-Ωραία, τα λέμε. Γεια σου Έλσα.
-Γεια σου, χάρηκα.
Συνεχίζεις τη βόλτα κι αναρωτιέσαι πόσες είναι οι πιθανότητες να συμβούν ταυτόχρονα αυτά τα 2 σπάνια συμβάντα: 1. Να πατήσεις σκατά. και 2. Να συναντήσεις μια παλιά συμμαθήτρια στο δίπλα στενό, ενώ έχεις μετακομίσει αρκούντως πολλά χιλιόμετρα μακριά από παλιές γειτονιές και στέκια, ώστε να μην τους τρως στη μάπα. Δεν ήταν αυτός ο λόγος που μετακόμισες βέβαια, αλλά ήταν ένα συν.
Η συγκεκριμένη κοπέλα δεν σου ήταν αντιπαθητική και ευτυχώς δεν μπήκε στην εκτενή, ανιαρή στιχομυθία που μπαίνουν οι περισσότεροι. Εκείνη που μοιάζει να λέει «Έλα να τις μετρήσουμε, να δούμε ποιος την έχει πιο μεγάλη!». 

Αγαπητέ παλιέ συμμαθητή, παλιά συμμαθήτρια, παλιέ χρόνε, παλιό παπούτσι…
Ποσώς με ενδιαφέρει τι κάνεις στη ζωή σου. Καλό είναι να υγιαίνεις και να είσαι ζωντανός ή να έχεις ακόμα πάτο (στην περίπτωση του παλιού παπουτσιού), τα άλλα που κάνεις όμως, μου είναι παντελώς περιττά. Στην τελική, τι σε κόφτει εσένα αν έγινα μεγάλος, τρανός, διάσημος, πλούσιος, έξυπνος, επιτυχημένος, παντρεμένος, πατέρας, μάνα, φτωχός, δημόσιος υπάλληλος, τραβέλι, βίζιτα, ηλίθιος, πολιτικός, τζογαδόρος, πρεζάκι, δημοσιογράφος ή μαλάκας; Έχω να σε δω Χ χρόνια και στην καλύτερη περίπτωση, θα κάνω να σε ξαναδώ άλλα τόσα. Αλλά δεν σε ενδιέφερε, όπως δεν με ενδιέφερε κι εμένα, τι απέγινα όλα αυτά τα χρόνια, ώσπου με ξαναείδες και σκέφτηκες ποιος ξέρει τι...
Θα σου ικανοποιήσω την περιέργεια ως ένα βαθμό, κατά πάσα πιθανότητα όχι με τον τρόπο που θα ήθελες ή περιμένεις, ούτε και στο βαθμό που θα ήθελες. Έχω αλλάξει το σύμπαν μου όλο, από τότε που με θυμάσαι να κάθομαι στο ελεεινό πράσινο θρανίο. Οι αναμνήσεις μου από το σχολείο, πλην λίγων εξαιρέσεων, είναι άθλιες. Γι’ αυτό δεν σε θυμάμαι, όχι αμέσως τουλάχιστον. Από τότε που τελείωσε η ουτοπία του σχολείου, των ατελείωτων ωρών χαμένου χρόνου και καθοδήγησης προς μια ζωή ορισμένη, που εξυπηρετεί την εκπληκτική παγκόσμια χρηματοοικονομική κοροϊδία ή αλλιώς τη θρησκεία του καταναλωτισμού (αυτό δεν περιμένω να το κατανοήσεις πλήρως, αγνόησέ το), εγώ άλλαξα. Κράτησα ότι όπλα είχα μαζέψει και πέταξα ότι άχρηστο μου φόρτωσαν στη μαύρη τρύπα, ώσπου ρεύτηκε κι αυτή γιατί χόρτασε αχρηστία. Μελετώντας ότι πιο ενδιαφέρον και χρήσιμο εντόπιζα, όδευα προς περισσότερο αντισυμβατικές κατευθύνσεις. Εκπλήρωνα όποιο στόχο έθετα, μικρό ή μεγάλο, πετύχαινα στον τόσο διάσημο κλάδο της εργασίας μου, και τα έκανα όλα πολύ γαμάτα γενικώς. Και λοιπόν; Τι με αυτό; Λες να περιμένω να μου πεις «μπράβο»; Δεν τα έκανα για σένα, ούτε για κανέναν άλλο που μπορεί να διαβάσει αυτές τις ποταπές γραμμές. Για πάρτη μου τα έκανα, όχι για να οργανώσω λαϊκό προσκύνημα. Αν ήθελα οπαδούς, θα ίδρυα μια θρησκεία. Το σημαντικό είναι πως όσα κι αν έκανα, όσα και να κάνω ακόμα, όπως πολύ πετυχημένα είπε και η «Μαέστρα» (ηρωίδα από βιβλίο του Τ. Ρόμπινς), δεν είμαι, ούτε θα γίνω ποτέ τίποτα παραπάνω, από ένα μπιμπίκι στον κώλο της δημιουργίας. Το ίδιο είσαι κι εσύ, και όλοι τους. Παραδέξου λοιπόν ότι είσαι ένα κοσμικό σπυράκι και άσε την επίδειξη μεγέθους πέους για κάποια άλλη στιγμή. Προς το παρόν, προσπάθησε μετά την παραδοχή σου, να διατηρήσεις το χιούμορ σου, η ζωή συνεχίζεται.
Α! Μην ξεχάσω, χάρηκα που τα είπαμε μετά από τόσα χρόνια.

2 σχόλια:

  1. Άψογο κείμενο, αγαπητή Littlewind!
    Την επόμενη φορά που θα με καλέσουν σε reunion, θα τους στείλω το λινκ του ποστ σου για απάντηση. :)))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σε ευχαριστώ Lilith ;) είναι απόλυτα ειλικρινές.

    Το κοσμικό σπυράκι

    ΑπάντησηΔιαγραφή